- νιάτα
- Μεγάλος ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 320 μ.) στην πρώην επαρχία Επιδαύρου Λιμηράς του νομού Λακωνίας. Βρίσκεται στα Β των Μολάων.
* * *και νιότα και νεότα, τα (Μ νιάτα και νεάτα και νιότα)νεανική ηλικία, νεότητα, νιότηνεοελλ.1. η νεολαία («δεν σάς κάκιωσα ποτές μου και τα νιάτα δε φθονώ»)2. φρ. α) «να χαρείς τα νιάτα σου» — λέγεται ως ευχήβ) «κρίμα στα νιάτα σου» — λέγεται για επιτίμηση σε νέο άνθρωπογ) «κρίμα στα νιάτα του» — λέγεται προκειμένου να εκφραστεί συμπάθεια για άνθρωπο που έπαθε σε νεανική ηλικία κάτι κακό ή που πέθανε3. παροιμ. α) «η αρμάτα βγάζει νιάτα» — ο καλλωπισμός κρύβει την ηλικίαβ) «τα νιάτα και τα γρόσια δεν κρύβονται» — είναι αδύνατη η απόκρυψη πασιφανών πραγμάτων.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. νεότα (τα) πλάστηκε από τον εν. νεότης (ἡ) κατά το γένος τών γέρα / γεράματα / γερατειά. Από τον τ. νεότα σχηματίστηκαν αργότερα οι τ. νεάτα / νιάτα, αναλογικά προς τα ουδ. σε -άτον / -άτα, για να δηλώσουν ό,τι έχει ο νέος, ό,τι χαρακτηρίζει τον νέο (πρβλ. δεσποτ-άτο, νοικοκυρ-άτο). Κατά το νεάτα / νιάτα σχηματίστηκε και το μικράτα].
Dictionary of Greek. 2013.